samedi 1 avril 2017

Merci à mon amie grecque ιφιγένεια γεωργιάδου

*******

Έξι ποιήματα στα Γαλλικά
Αύριο 


Χάραξε το αύριο
στα απόκρυφα του κορμιού της
Μην το βρει ο τρομερός εραστής.
Ζωγράφιζε στον άνεμο,
και κάθε που έβγαινε το φεγγάρι,
χάιδευε το όνειρο ψιθυρίζοντας:
Αύριο.


Demain

Elle grava le lendemain
dans l’intimité de son corps
de peur que l’amant terrible ne le trouve.
Elle peignit l’air
et à chaque apparition de la lune
elle caressait le rêve en chuchotant
demain…

Εμείς

Σαν ήρθε η ώρα,
εμείς, ψιθύρισες κι έφυγες.
Εμείς, μουρμουρίζει το φεγγάρι
χαϊδεύοντας τη θάλασσα.
Εμείς, φωνάζω κι εγώ τις νύχτες
στη σκιά μου.

Nous

Lorsque le moment arriva
Nous, tu chuchotas et tu t’en allas
Depuis, tous les soirs
Nous, murmure la lune
en caressant la mer.
Nous, je crie moi aussi pendant les nuits
à mon ombre.

Αυτή

Κάθε βράδυ,
την ώρα που βάραιναν τα μάτια,
την ώρα που οι ληστές
έσμιγαν με τις πεταλούδες,
την ώρα που τα σκυλιά
κάνανε περιπολίες
και οι χωροφύλακες
πυροβολούσαν το φεγγάρι,
την ώρα που έβγαιναν τα φαντάσματα
από τους ερειπωμένους πύργους
και οι νεκροί σηκώνονταν από τους τάφους,
Αυτή
κατηφόριζε τραγουδώντας στη θάλασσα.

Elle

Chaque soir
à l’heure où les yeux devenaient lourds
à l’heure où les voleurs
se retrouvaient avec les papillons
à l’heure où les chiens
patrouillaient
et les gendarmes tiraient sur la lune
à l’heure où les fantômes sortaient
des tours en ruines
et les morts se levaient des tombes
Elle
descendait en chantant auprès de la mer.

Έρημη πόλη

Σκαμμένη γη το κορμί μου,
πυρπολημένη βρύση
το φιλί σου.
Ξερό ποτάμι τα μάτια.
Άδεια τα χέρια…

Ville déserte

Mon corps terre creusée
fontaine bombardée
ton baiser
rivière sèche les yeux.
Vides les mains…

Πατρίδα

Στα σοκάκια του χρόνου
φλογισμένα τα πόδια μου
χάραξαν την πέτρα της θύμησης
κι άνοιξαν τα σπλάχνα της γης.
Δε γύρισα εκδικητής.
Πυρπολημένη πόλη.
Δεν έχω δάκρυα να σε σβήσω.
Μοίρα της μοίρας μου
ψήλωσαν οι σκιές μας στις στάχτες
ψηλώσαμε και εμείς…

Patrie

Dans les ruelles du temps
mes jambes enflammées
gravèrent la pierre du souvenir
et ouvrirent les entrailles de la terre.
Je ne suis pas revenu vengeur.
Ville incendiée.
Je n’ai pas de larmes afin de t’éteindre.
Fatalité de ma destinée
nos ombres ont grandi dans les cendres
nous avons aussi grandi…

Ας είναι

Μπορείς και να σωπαίνεις.
Είναι η σιωπή ευλογία.
Λέξεις πολλές ακούστηκαν
Άλλες σαν κραυγές,
άλλες σαν κλάμα
κι άλλες με τη γαλήνη της κούρασης,
με την αγάπη της ησυχασμένης θάλασσας.
Ας είναι.
Ένα χαμόγελο που γύρευα δε θα ’ρθει.
Θα ξανακατέβω στη μεγάλη πόλη,
θα περπατήσω στους δρόμους,
θα σταθώ στα παγκάκια να ξαποστάσω.
Δε θα σε γυρέψω.


Soit

Il est possible de se taire
Le silence est une bénédiction.
Bien des mots se sont fait entendre
d’autres sous forme de cris, d’autres sous
forme de larme
et d’autres avec la sérénité de la σίνfatigue
avec l’amour de la mer calme.
Soit.
Un sourire que je cherchais ne viendra pas.
Je redescendrai dans la grande ville
je marcherai dans les rues
je m’arrêterai sur les bancs
pour me reposer.
Je ne te chercherai pas.   

Απόδοση στα Γαλλικά: Δημήτρης Φίλιας (Dimitri Filias) - traduits par l'auteur -
Από το περιοδικό ΡΑΣΙΝ (RACINE) τεύχος 20, Ιωάννινα, Ιούνιος 1994

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire

Quelques lignes signalant votre passage me feront toujours plaisirs. Si vous n'avez pas de blog, vous pouvez néanmoins poster un commentaire en cliquant sur "Anonyme" et signer de votre nom ou un avatar. Amicalement,
Dzovinar